el diccionario vietnamita - griego

Tiếng Việt - ελληνικά

phòng bếp griego:

1. κουζίνα κουζίνα


Η Πάουλα πρέπει να βοηθήσει τον πατέρα της στην κουζίνα.

Griego palabraphòng bếp"(κουζίνα) ocurre en conjuntos:

Δωμάτια του σπιτιού στα βιετναμέζικα